Křídlo στα ελληνικά
Μετάφραση: křídlo, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπεδο, πλάνη, φτερό, στάθμη, ροκάνι, πτέρυγα, πλευρά, πτέρυγας, πτερύγιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- křída στα ελληνικά - κιμωλία, κιμωλίας, άσβεστο, άσβεστο και, της κιμωλίας
- křídlatý στα ελληνικά - φτερωτός, φτερωτό, φτερωτά, φτερωτή, φτερωτού
- křídlový στα ελληνικά - φτερωτός, φτερό, πτέρυγα, πλευρά, πτέρυγας, πτερύγιο
- křídovitý στα ελληνικά - ασβεστολιθικός, αλευρώδη, κιμωλίας, κρητιδική, ασβεστολιθικά
Τυχαίες λέξεις
Křídlo στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπεδο, πλάνη, φτερό, στάθμη, ροκάνι, πτέρυγα, πλευρά, πτέρυγας, πτερύγιο
Μεταφράσεις: επίπεδο, πλάνη, φτερό, στάθμη, ροκάνι, πτέρυγα, πλευρά, πτέρυγας, πτερύγιο