Křik στα ελληνικά

Μετάφραση: křik, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνάζω, στριγκλιά, αγανάκτηση, κραυγάζω, κραυγή, στριγκλίζω, κατακραυγή, κλαίω, κατακραυγής
Křik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • křečovitě στα ελληνικά - convulsively
  • křidélko στα ελληνικά - ανεμοδείκτης, πτερύγιο, πτερύγιο αεροπλάνου, πηδάλιο κλίσεως αέρος, aileron, πτερύγιο κλίσης, πηδάλιο κλίσεως
  • křiklavý στα ελληνικά - χονδροειδής, φλας, ηχηρός, εμφανής, λουσάτος, βροντερός, ολοφάνερος, ...
  • křikloun στα ελληνικά - τρίζων, τσιρίζων, squeaker
Τυχαίες λέξεις
Křik στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνάζω, στριγκλιά, αγανάκτηση, κραυγάζω, κραυγή, στριγκλίζω, κατακραυγή, κλαίω, κατακραυγής