Kolonizace στα ελληνικά
Μετάφραση: kolonizace, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικισμός, αποικισμός, αποίκιση, αποικισμού, αποικισμό, τον αποικισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kolonie στα ελληνικά - αποικία, οικισμός, παροικία, αποικίας, αποικιών, αποικίες, των αποικιών
- kolonista στα ελληνικά - οικιστής, άποικος, εποίκου, άποικο, αποίκου, εποίκου της
- kolonizovat στα ελληνικά - επιοικίζω, αποικίζουν, αποικίσουν, αποικίσει, αποικίζει
- kolonizátor στα ελληνικά - αποικιστής, οικιστή, άποικος, αποικιστές, colonizer
Τυχαίες λέξεις
Kolonizace στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικισμός, αποικισμός, αποίκιση, αποικισμού, αποικισμό, τον αποικισμό
Μεταφράσεις: οικισμός, αποικισμός, αποίκιση, αποικισμού, αποικισμό, τον αποικισμό