Laškovný στα ελληνικά
Μετάφραση: laškovný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθυμος, παιχνιδιάρικος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- laň στα ελληνικά - ελαφίνα, DOE, έλαφος, κουνέλα, έλαφο
- laškovat στα ελληνικά - παίζω, παριστάνω, έργο, πραγματάκι, παιχνίδι, φλερτάρω, φλερτ, ...
- lať στα ελληνικά - γυμνώνω, εκδύω, πηχάκι, πήχη, το πηχάκι, lath, πηχακιού
- laťka στα ελληνικά - νάρθηκας, μπαρ, bar, γραμμή, ράβδο, μπάρα
Τυχαίες λέξεις
Laškovný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθυμος, παιχνιδιάρικος
Μεταφράσεις: εύθυμος, παιχνιδιάρικος