Lehátko στα ελληνικά
Μετάφραση: lehátko, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάκλιντρο, ντιβάνι, καναπές, ξαπλώστρα, ξαπλώστρες, κήπου, lounger, με ξαπλώστρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lehkověrný στα ελληνικά - στοργικός, μωρόπιστος, εύπιστος, ευκολόπιστος, τρυφερός, αφελείς, εύπιστους, ...
- lehký στα ελληνικά - μικρός, απλοϊκός, πράος, ήπιος, προσβάλλω, θίγω, ευάερος, ...
- lejno στα ελληνικά - περίττωμα, κόπρανα, κοπριά, poo, κακά, τα κόπρανα
- lekat στα ελληνικά - εκφοβίζω, τρομάζω, φοβίζω, συγκλονίζω, συναγερμός, τρόμος, φόβος, ...
Τυχαίες λέξεις
Lehátko στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάκλιντρο, ντιβάνι, καναπές, ξαπλώστρα, ξαπλώστρες, κήπου, lounger, με ξαπλώστρες
Μεταφράσεις: ανάκλιντρο, ντιβάνι, καναπές, ξαπλώστρα, ξαπλώστρες, κήπου, lounger, με ξαπλώστρες