Lichvář στα ελληνικά

Μετάφραση: lichvář, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοκογλύφος, τοκογλύφο, τοκογλύφου
Lichvář στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lichotný στα ελληνικά - κολακευτικός
  • lichva στα ελληνικά - τοκογλυφία, τοκογλυφίας, της τοκογλυφίας, την τοκογλυφία, η τοκογλυφία
  • licitovat στα ελληνικά - πλειστηριασμός, πωλούν μέσω δημοπρασίας
  • licoměrnost στα ελληνικά - υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία
Τυχαίες λέξεις
Lichvář στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοκογλύφος, τοκογλύφο, τοκογλύφου