Mořský στα ελληνικά
Μετάφραση: mořský, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέλαγος, θάλασσα, θαλάσσιος, ναυτικός, πεζοναύτης, θαλάσσια, θαλάσσιο, θαλάσσιων, θαλάσσιου, θαλάσσιας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mořeplavec στα ελληνικά - ναυτίλος, αεροναυτίλος, πλοηγός, Navigator, πλοηγό, πλοηγού, θαλασσοπόρος
- mořit στα ελληνικά - ανησυχώ, καταναλώνω, λεκιάζω, έννοια, κηλίδα, μουσκεύω, ισχναίνω, ...
- mošna στα ελληνικά - πορτοφόλι, θύλακας, σακούλα, γραπτό, scrip, Σκριπ, δοπρ, ...
- mošt στα ελληνικά - μούστος, πρέπει, πρέπει να, οφείλει, οφείλουν
Τυχαίες λέξεις
Mořský στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέλαγος, θάλασσα, θαλάσσιος, ναυτικός, πεζοναύτης, θαλάσσια, θαλάσσιο, θαλάσσιων, θαλάσσιου, θαλάσσιας
Μεταφράσεις: πέλαγος, θάλασσα, θαλάσσιος, ναυτικός, πεζοναύτης, θαλάσσια, θαλάσσιο, θαλάσσιων, θαλάσσιου, θαλάσσιας