Motiv στα ελληνικά
Μετάφραση: motiv, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνητρο, θέμα, μοτίβο, μοτίβου, το μοτίβο, μοτίφ, μοτίβο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mostné στα ελληνικά - φόρος, διόδια, τα διόδια, διοδίων, των διοδίων, διόδια που
- motat στα ελληνικά - στραμπουλίζω, πλοκή, στροφή, καμπή, εκκαθάριση, περάτωση, ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ, ...
- motivace στα ελληνικά - κίνητρο, παρακίνηση, κίνητρα, κινήτρων, τα κίνητρα, το κίνητρο
- motivovat στα ελληνικά - παρακινώ, παρακινήσει, κίνητρα, κίνητρο, δοθούν κίνητρα, παρακινήσουν
Τυχαίες λέξεις
Motiv στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνητρο, θέμα, μοτίβο, μοτίβου, το μοτίβο, μοτίφ, μοτίβο που
Μεταφράσεις: κίνητρο, θέμα, μοτίβο, μοτίβου, το μοτίβο, μοτίφ, μοτίβο που