Neúrodný στα ελληνικά
Μετάφραση: neúrodný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακουμπώ, κλίνω, πεινασμένος, άγονος, άκαρπος, στείρος, γέρνω, άπαχος, άγονο, άγονη, άγονες, στείρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- neúprosně στα ελληνικά - πειστικά, πειστικώς, πειστικά επιχειρήματα, με πειστικά επιχειρήματα, κατά τρόπο πειστικό
- neúrodnost στα ελληνικά - υπογονιμότητα, υπογονιμότητας, στειρότητα, στειρότητας, της στειρότητας
- neúspěch στα ελληνικά - φέσι, αποτυχία, αποβολή, έκτρωση, άμβλωση, παράλειψη, βλάβη, ...
- neúspěšný στα ελληνικά - άκαρπος, δυστυχής, άγονος, ανεπιτυχής, ηττηθείς, ανεπιτυχείς, ανεπιτυχή, ...
Τυχαίες λέξεις
Neúrodný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακουμπώ, κλίνω, πεινασμένος, άγονος, άκαρπος, στείρος, γέρνω, άπαχος, άγονο, άγονη, άγονες, στείρα
Μεταφράσεις: ακουμπώ, κλίνω, πεινασμένος, άγονος, άκαρπος, στείρος, γέρνω, άπαχος, άγονο, άγονη, άγονες, στείρα