Neproduktivní στα ελληνικά

Μετάφραση: neproduktivní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγονος, άκαρπος, στείρος, μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική
Neproduktivní στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nepravý στα ελληνικά - αναληθής, καμώματα, απόκρυφος, χλευαστικός, χλευάζω, ψευδής, πλαστός, ...
  • neprodleně στα ελληνικά - αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
  • neprodyšnost στα ελληνικά - σφίξιμο, στεγανότητα, στεγανότητας, σφίξιμο στο, στενότητα
  • nepromokavý στα ελληνικά - αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες
Τυχαίες λέξεις
Neproduktivní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγονος, άκαρπος, στείρος, μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική