Nesmělost στα ελληνικά
Μετάφραση: nesmělost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατολμία, δειλία, ντροπαλότητα, συστολή, συστολής, τη συστολή, η συστολή
Μεταφράσεις
- nesmírný στα ελληνικά - πελώριος, απέραντος, τεράστιος, μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, ...
- nesmírně στα ελληνικά - εξαιρετικά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
- nesmělý στα ελληνικά - σεμνός, διστακτικός, λιποθυμώ, άτολμος, ντροπαλός, αμυδρός, δειλός, ...
- nesměnitelný στα ελληνικά - αμετάτρεπτος, μετατρέψιμου, μη μετατρέψιμου, αμετάτρεπτο, μη μετατρέψιμος
Τυχαίες λέξεις
Nesmělost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατολμία, δειλία, ντροπαλότητα, συστολή, συστολής, τη συστολή, η συστολή
Μεταφράσεις: ατολμία, δειλία, ντροπαλότητα, συστολή, συστολής, τη συστολή, η συστολή