Ντροπαλότητα στα τσεχικά

Μετάφραση: ντροπαλότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nesmělost, ostýchavost, bázlivost, bojácnost, stud, plachost, stydlivost, ostych, plachosti
Ντροπαλότητα στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντροπαλότητα

ντροπαλότητα αντιμετώπιση, ντροπαλότητα συνώνυμα, ντροπαλότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, ντροπαλότητα στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ντροπή στα τσεχικά - ostuda, hanba, zahanbit, stud, škoda
  • ντροπαλός στα τσεχικά - stydlivý, bázlivý, opatrný, bojácný, zdrženlivý, ostýchavý, skromný, ...
  • ντόμπρος στα τσεχικά - otevřený, klamání, klamat, srázný, příkrý, klam, kolmý, ...
  • ντόπιος στα τσεχικά - domorodec, vrozený, domácí, rodný, tuzemský, tuzemec, rodilý, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nesmělost, ostýchavost, bázlivost, bojácnost, stud, plachost, stydlivost, ostych, plachosti