Nonšalantní στα ελληνικά
Μετάφραση: nonšalantní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράθυμος, αδιάφορος, οκνός, νωχελικός, ανέμελες, ανέμελους, κάνετε ανέμελες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nomád στα ελληνικά - νομάς, νομάδων, νομαδική, νομαδικές
- nonšalance στα ελληνικά - αδιαφορία, νωχέλεια, απάθεια, την αδιαφορία, ανεμελιά
- nora στα ελληνικά - λημέρι, καταγώγιο, κουνελοφωλιά, σκάβω, τρυπώνω, λαγούμι, φωλιά, ...
- norma στα ελληνικά - μετρητής, υπολογίζω, εκτιμώ, πρότυπο, ρύθμιση, ιθύνω, κανόνας, ...
Τυχαίες λέξεις
Nonšalantní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράθυμος, αδιάφορος, οκνός, νωχελικός, ανέμελες, ανέμελους, κάνετε ανέμελες
Μεταφράσεις: ράθυμος, αδιάφορος, οκνός, νωχελικός, ανέμελες, ανέμελους, κάνετε ανέμελες