Oženit στα ελληνικά
Μετάφραση: oženit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντρεύομαι, παντρευτούν, παντρευτεί, παντρεύονται, να παντρευτεί, παντρεψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apartmá στα ελληνικά - ακολουθία, διαμέρισμα, σουίτα, Suite, ιδιωτικό μπάνιο, με ιδιωτικό μπάνιο, η σουίτα
- doznat στα ελληνικά - διακηρύσσω, εξομολογώ, κατέχω, της], εισάγω, ομολογώ, αγορεύω, ...
- folklór στα ελληνικά - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
- nasměrovat στα ελληνικά - καθοδηγώ, σκηνοθετώ, απευθείας, άμεσος, άμεση, άμεσες, άμεσης
Τυχαίες λέξεις
Oženit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντρεύομαι, παντρευτούν, παντρευτεί, παντρεύονται, να παντρευτεί, παντρεψει
Μεταφράσεις: παντρεύομαι, παντρευτούν, παντρευτεί, παντρεύονται, να παντρευτεί, παντρεψει