Obojživelník στα ελληνικά

Μετάφραση: obojživelník, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφίβιο, αμφιβίων, αμφιβίου, των αμφιβίων, αμφίβιου αεροπλάνου
Obojživelník στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • obojetný στα ελληνικά - διφορούμενος, αμφιδέξιος, Αριστεροπόδαρος και δεξιοπόδαρος, αμφιδέξια, αμφιδέξιο, αμφιδέξιους
  • obojpohlavní στα ελληνικά - ερμαφρόδιτα, ερμαφρόδιτοι, ερμαφρόδιτων, Ερμαφρόδιτου
  • obojživelný στα ελληνικά - αμφίβιο, αμφίβιος, αμφίβια, αμφίβιες, αμφίβιων
  • obor στα ελληνικά - κτήση, τρόπος, πεδίο, κυριαρχία, χωράφι, επενδύω, επαρχία, ...
Τυχαίες λέξεις
Obojživelník στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφίβιο, αμφιβίων, αμφιβίου, των αμφιβίων, αμφίβιου αεροπλάνου