Ocelový στα ελληνικά
Μετάφραση: ocelový, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατσάλι, χάλυβας, ατσαλένιος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- obživa στα ελληνικά - κατακρατώ, απασχόληση, εξακολουθώ, κρατώ, τροφή, διατήρηση, συντήρηση, ...
- ocejchovat στα ελληνικά - βούλα, φώκια, μάρκα, μάρκας, εμπορικό σήμα, σήμα, σήματος
- ocenit στα ελληνικά - αποτιμώ, εκτιμώ, αναγνωρίζω, αξία, τιμή, μετρώ, αξιολογώ, ...
- ocenitelný στα ελληνικά - αξιοσημείωτος, αισθητός, διατιμητός, εκτιμητός
Τυχαίες λέξεις
Ocelový στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατσάλι, χάλυβας, ατσαλένιος
Μεταφράσεις: ατσάλι, χάλυβας, ατσαλένιος