Odchlíplý στα ελληνικά
Μετάφραση: odchlíplý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, τραβώντας, τράβηγμα, αμυντικών, το τράβηγμα, έλξης
Μεταφράσεις
- odběratel στα ελληνικά - μουστερής, χρήστης, πελάτης, αγοραστής, συνδρομητής, καταναλωτής, συνδρομητή, ...
- odcestovat στα ελληνικά - αναχωρούν, αναχωρήσει, αποκλίνουν, αναχωρούμε, αναχωρήσουν
- odchod στα ελληνικά - απόκλιση, έξοδος, αποστράτευση, ανάληψη, αποχώρηση, αναχώρηση, αναχώρησης, ...
- odchovanec στα ελληνικά - μαθήτρια, μαθητής, fosterling
Τυχαίες λέξεις
Odchlíplý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, τραβώντας, τράβηγμα, αμυντικών, το τράβηγμα, έλξης
Μεταφράσεις: μπόσικος, λάσκος, χαλαρός, λυτός, τραβώντας, τράβηγμα, αμυντικών, το τράβηγμα, έλξης