Opeřit στα ελληνικά

Μετάφραση: opeřit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτερό, φτερά, φτερών, πουπουλένια, από φτερά
Opeřit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • operátor στα ελληνικά - χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
  • opevnění στα ελληνικά - οχύρωση, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού
  • opice στα ελληνικά - πίθηκος, μαϊμού, πιθήκου, πίθηκο, πιθήκους
  • opilec στα ελληνικά - φέσι, μεθυσμένος, άφθονος, μεθύστακας, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, ...
Τυχαίες λέξεις
Opeřit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτερό, φτερά, φτερών, πουπουλένια, από φτερά