Osoba στα ελληνικά
Μετάφραση: osoba, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομότιμος, ατομικός, περιεργάζομαι, άνθρωπος, υποκείμενο, όμοιος, άτομο, θέμα, αντικείμενο, πρόσωπο, χαρακτήρας, σώμα, υπήκοος, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- osnova στα ελληνικά - σκιαγράφηση, συνωμοτώ, διατυπώνω, διαστρεβλώνω, σχεδιασμός, συνωμοσία, σκίτσο, ...
- osnovat στα ελληνικά - συνωμοσία, πρόγραμμα, πλοκή, συνωμοτώ, υφαίνω, εκκολάπτονται, εκκολάπτονται και θα βγαίνουν
- osobitost στα ελληνικά - προσωπικότητα, ατομικότητα, ατομικότητας, την ατομικότητα, ατομικότητά, η ατομικότητα
- osobitý στα ελληνικά - παράξενος, παράδοξος, ατομικός, άτομο, διακριτικός, διακριτικό, διακριτικού, ...
Τυχαίες λέξεις
Osoba στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομότιμος, ατομικός, περιεργάζομαι, άνθρωπος, υποκείμενο, όμοιος, άτομο, θέμα, αντικείμενο, πρόσωπο, χαρακτήρας, σώμα, υπήκοος, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που
Μεταφράσεις: ομότιμος, ατομικός, περιεργάζομαι, άνθρωπος, υποκείμενο, όμοιος, άτομο, θέμα, αντικείμενο, πρόσωπο, χαρακτήρας, σώμα, υπήκοος, προσώπου, ατόμου, πρόσωπο που