Párek στα ελληνικά
Μετάφραση: párek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουκάνικο, ζευγάρι, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- formální στα ελληνικά - επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
- náčiní στα ελληνικά - σκεύος, εξοπλισμός, εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
- odvodnit στα ελληνικά - στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
- ohřívač στα ελληνικά - θερμάστρα, θερμαντήρα, θερμαντήρας, θέρμανσης, θερμοσίφωνα
Τυχαίες λέξεις
Párek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουκάνικο, ζευγάρι, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
Μεταφράσεις: λουκάνικο, ζευγάρι, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο