Příbuzný στα ελληνικά
Μετάφραση: příbuzný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγγενής, σύμμαχος, συναφής, συγγενικός, συμμαχικός, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- koncert στα ελληνικά - συναυλία, συναυλίες, για συναυλίες, συναυλιών, συναυλίας
- kožešník στα ελληνικά - γουναράς, furrier, γουναράδων, γουνοποιού, γούνα
- nezbytně στα ελληνικά - απαραίτητα, κατ 'ανάγκη, αναγκαστικά, απαραιτήτως
- oplzlost στα ελληνικά - αισχρότητα, αισχρότης, βωμολοχία, αισχρολογία, αισχρολογίας
Τυχαίες λέξεις
Příbuzný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγγενής, σύμμαχος, συναφής, συγγενικός, συμμαχικός, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών
Μεταφράσεις: συγγενής, σύμμαχος, συναφής, συγγενικός, συμμαχικός, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών