Předchozí στα ελληνικά
Μετάφραση: předchozí, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προηγούμενος, προηγούμενο, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chtivost στα ελληνικά - πόθος, βουλιμία, απληστία, προθυμία, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, ...
- dvojhláska στα ελληνικά - δίφθογγος, δίφθογγο, διφθόγγου
- iritabilní στα ελληνικά - οξύθυμος, ευέξαπτος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο
- litograf στα ελληνικά - λιθογράφος, χαράκτης και λιθογράφος, λιθογραφείο, και λιθογράφος
Τυχαίες λέξεις
Předchozí στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προηγούμενος, προηγούμενο, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα
Μεταφράσεις: προηγούμενος, προηγούμενο, προηγούμενη, προηγούμενες, προηγούμενα