Překonávat στα ελληνικά
Μετάφραση: překonávat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περνώ, νικημένος, υπερακοντίζω, ξεπερνώ, ξεπεραστούν, ξεπεράσουν, ξεπεραστεί, υπερνικήσει, ξεπεράσει
Μεταφράσεις
- funění στα ελληνικά - σουσουνίζω, ρωθωνίζω, ηχηρά αναπνοή, ομιλώ ερινώς
- nevýrazný στα ελληνικά - featureless, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, χωρίς χαρακτηριστικά, χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, άνευ χαρακτηριστικών
- nikl στα ελληνικά - νικέλιο, νικελίου, το νικέλιο, του νικελίου, σε νικέλιο
- okrajový στα ελληνικά - περιθωριακός, περιφερειακός, οριακός, περιθωριακό, οριακό, οριακή
Τυχαίες λέξεις
Překonávat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περνώ, νικημένος, υπερακοντίζω, ξεπερνώ, ξεπεραστούν, ξεπεράσουν, ξεπεραστεί, υπερνικήσει, ξεπεράσει
Μεταφράσεις: περνώ, νικημένος, υπερακοντίζω, ξεπερνώ, ξεπεραστούν, ξεπεράσουν, ξεπεραστεί, υπερνικήσει, ξεπεράσει