Přetrhnout στα ελληνικά

Μετάφραση: přetrhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάκρυ, θλάση, σκίζω, σχίζω, θραύση, διακοπή, διάσπαση, διάλειμμα, σπάσιμο
Přetrhnout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dareba στα ελληνικά - μόρτης, αχινός, παλιάνθρωπος, κακόμοιρος, μπερμπάντης, τουρσί, pickle, ...
  • fermentace στα ελληνικά - ζύμωση, ζύμωσης, ζυμώσεως, της ζύμωσης, τη ζύμωση
  • mírumilovný στα ελληνικά - ειρηνικός, Ειρηνικού, του Ειρηνικού, Ειρηνικό, Pacific
  • nadprodukce στα ελληνικά - υπερπαραγωγή, υπερπαραγωγής, η υπερπαραγωγή, την υπερπαραγωγή, της υπερπαραγωγής
Τυχαίες λέξεις
Přetrhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάκρυ, θλάση, σκίζω, σχίζω, θραύση, διακοπή, διάσπαση, διάλειμμα, σπάσιμο