Převzít στα ελληνικά
Μετάφραση: převzít, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, υποθέτω, υιοθετώ, αναλάβει, να αναλάβει, αναλάβουν, αναλαμβάνει, αναλαμβάνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- darebácký στα ελληνικά - άτιμος, απατεωνιστικός, κατεργάρικος
- kolektivní στα ελληνικά - συλλογικός, κοψίδι, σύμπλεγμα, ομάδα, γόμφος, άρθρωση, συγκρότημα, ...
- licoměrnost στα ελληνικά - υποκρισία, υποκρισίας, την υποκρισία, η υποκρισία
- naskočit στα ελληνικά - πηδώ, hop σε, hop on, λυκίσκου σε, λυκίσκου για, επιβιβαστείτε στο
Τυχαίες λέξεις
Převzít στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, υποθέτω, υιοθετώ, αναλάβει, να αναλάβει, αναλάβουν, αναλαμβάνει, αναλαμβάνουν
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, υποθέτω, υιοθετώ, αναλάβει, να αναλάβει, αναλάβουν, αναλαμβάνει, αναλαμβάνουν