Půjčka στα ελληνικά
Μετάφραση: půjčka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δανεισμός, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bavit στα ελληνικά - παρεκτρέπω, ψυχαγωγώ, φιλοξενώ, διασκεδάζω, πραγματάκι, ψυχαγωγήσει, διασκεδάσει, ...
- kruhovitý στα ελληνικά - κυκλικός, στρογγυλός, περιοδεία, γύρος, εγκύκλιος, κυκλική, κυκλικό, ...
- lymfatický στα ελληνικά - λεμφικός, λεμφικού, λεμφική, λεμφικό, του λεμφικού, λεμφικών
- nemístný στα ελληνικά - άσχετος, πρόωρος, ακατάλληλος, αδέξιος, ανίκανος, απρεπής, ανάρμοστος, ...
Τυχαίες λέξεις
Půjčka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δανεισμός, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
Μεταφράσεις: δανεισμός, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια