Prát στα ελληνικά
Μετάφραση: prát, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλένω, πλύνω, χτενίζω, τρίβω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
Μεταφράσεις
- darebáctví στα ελληνικά - μοχθηρία, κατεργαριά, ατιμία, απατεώνια
- krátce στα ελληνικά - κοντολογίς, σύντομα, κοντός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, ...
- mimovolný στα ελληνικά - ακούσιος, αναίσθητος, αντανάκλαση, αντανακλαστικό, αντανακλαστικού, reflex, αντανακλαστική
- odtamtud στα ελληνικά - από εκεί, από κει
Τυχαίες λέξεις
Prát στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλένω, πλύνω, χτενίζω, τρίβω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
Μεταφράσεις: πλένω, πλύνω, χτενίζω, τρίβω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος