Prodlévat στα ελληνικά
Μετάφραση: prodlévat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατοικώ, παύση, διακόπτω, διαμένω, διακοπή, σταματώ, χρονοτριβώ, αργοπορώ, Linger, Καθυστερήστε, καθυστερούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bodec στα ελληνικά - κεντρίζω, σπρώχνω, σπιρούνι, παρακινώ, σπιρουνίζω, καθοδηγώ, ακίδα, ...
- funkční στα ελληνικά - λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
- lůj στα ελληνικά - λίπος, στέαρ, στέατος, ζωικό λίπος, ζωικού λίπους
- neštovice στα ελληνικά - ευλογία, ευλογιάς, ευλογιά, της ευλογιάς, την ευλογιά
Τυχαίες λέξεις
Prodlévat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατοικώ, παύση, διακόπτω, διαμένω, διακοπή, σταματώ, χρονοτριβώ, αργοπορώ, Linger, Καθυστερήστε, καθυστερούν
Μεταφράσεις: κατοικώ, παύση, διακόπτω, διαμένω, διακοπή, σταματώ, χρονοτριβώ, αργοπορώ, Linger, Καθυστερήστε, καθυστερούν