Διαμένω στα τσεχικά

Μετάφραση: διαμένω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bydlet, váhat, pobývat, zdržet, prodlévat, zůstávat, sídlit, meškat, otálet, žít, žijí, žije, živé
Διαμένω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμένω

διαμένω ορισμόσ, διαμένω συνώνυμα, διαμένω μονιμα, διαμένω λεξικό γλώσσας τσεχικά, διαμένω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • διαμάντι στα τσεχικά - kule, kosočtverec, diamantový, diamant, diamantové, diamond, diamantu
  • διαμάχη στα τσεχικά - polemika, diskuse, konfrontace, spor, kontroverze, debata, konflikt, ...
  • διαμέρισμα στα τσεχικά - matný, mělčina, hladký, plocha, byt, béčko, rovina, ...
  • διαμέσου στα τσεχικά - skrze, kvůli, během, přímý, přes, prostřednictvím, pomocí, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαμένω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: bydlet, váhat, pobývat, zdržet, prodlévat, zůstávat, sídlit, meškat, otálet, žít, žijí, žije, živé