Protáhnout στα ελληνικά
Μετάφραση: protáhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεντώνω, επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τεζάρω, τεντώνομαι, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- balast στα ελληνικά - σαβούρα, έρμα, σαβουρώνω, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast
- božsky στα ελληνικά - θεϊκά, θεία, divinely, θεϊκή, ουράνια
- fingovaný στα ελληνικά - ψευδής, αναληθής, καμώματα, λάθος, ψεύτικος, απάτη, εικονική, ...
- malomocný στα ελληνικά - λεπρός, λεπρών, λεπρό, λεπρού, των λεπρών
Τυχαίες λέξεις
Protáhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεντώνω, επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τεζάρω, τεντώνομαι, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Μεταφράσεις: τεντώνω, επεκτείνω, εκτείνω, εκτείνομαι, τεζάρω, τεντώνομαι, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση