Pumpovat στα ελληνικά

Μετάφραση: pumpovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρόμπα, φουσκώνω, αντλία, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Pumpovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kouřit στα ελληνικά - ατμός, καπνοί, καπνός, αχνίζω, καυσαέριο, καπνίζω, καπνού, ...
  • nahýbat στα ελληνικά - κλίνω, άπαχος, ακουμπώ, γέρνω, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, ...
  • novota στα ελληνικά - καινοτομία, Νέος, καινοτομίας, φαντεζί, νεωτερισμού
  • obsazovat στα ελληνικά - κατάσχω, καταλαμβάνω, καταλαμβάνουν, κατέχουν, καταλάβει, καταλάβουν, καταλαμβάνει
Τυχαίες λέξεις
Pumpovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρόμπα, φουσκώνω, αντλία, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία