Rám στα ελληνικά
Μετάφραση: rám, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαισίωση, σκελετός, δομή, διάρθρωση, περιτύλιγμα, κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akcept στα ελληνικά - αποδοχή, αποδοχές, αποδοχής, τις αποδοχές, αποδοχών, αναρτήσεις
- beznohý στα ελληνικά - footless, χωρίς πόδι, χωρίς πέλμα
- dupot στα ελληνικά - αλήτης, ελεύθερα φορτηγά πλοία, με ελεύθερα φορτηγά πλοία, ελεύθερα φορτηγά, με ελεύθερα φορτηγά
- listr στα ελληνικά - lustring
Τυχαίες λέξεις
Rám στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαισίωση, σκελετός, δομή, διάρθρωση, περιτύλιγμα, κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Μεταφράσεις: πλαισίωση, σκελετός, δομή, διάρθρωση, περιτύλιγμα, κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό