Rozdílet στα ελληνικά
Μετάφραση: rozdílet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απονέμω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atestace στα ελληνικά - κατάθεση, μαρτυρία, βεβαίωση, βεβαίωσης, Πιστοποίηση, βεβαιώσεως, βεβαίωση που
- bičovat στα ελληνικά - πληγή, μαστίζω, μαστιγώνω, χτυπητήρι, πετσοκόβω, λοιδορώ, νικώ, ...
- mladický στα ελληνικά - νεανικός, νεότητα, νεαρός, νεανική, νεανικό, νεανικής, νεανικά
- obratně στα ελληνικά - ικανά, σβέλτα, επιδέξια, ικανώς
Τυχαίες λέξεις
Rozdílet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απονέμω
Μεταφράσεις: απονέμω