Rozhořčenost στα ελληνικά
Μετάφραση: rozhořčenost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δριμύτητα, πικρία, οξύτητα, την πικρία, βιαιότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chřestot στα ελληνικά - κροτώ, κουδουνίζω, κροταλίζω, πάταγος, τραντάζω, κουδουνίστρα, κουδουνίστρας, ...
- intelektuální στα ελληνικά - πνευματικός, διανοούμενος, διανοητικός, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
- kvalifikovat στα ελληνικά - περιγράφω, προκρίνομαι, πληρούν τις προϋποθέσεις, τύχουν, προϋποθέσεις, τις προϋποθέσεις, επιλέξιμες
- náhrobní στα ελληνικά - ταφόπετρα, ταφόπλακα, Gravestone, επιτύμβια πλάκα, επιγραφή στην ταφόπετρά
Τυχαίες λέξεις
Rozhořčenost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δριμύτητα, πικρία, οξύτητα, την πικρία, βιαιότητας
Μεταφράσεις: δριμύτητα, πικρία, οξύτητα, την πικρία, βιαιότητας