Samovládce στα ελληνικά
Μετάφραση: samovládce, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσποτικός, αυτοκράτορας, μονάρχης, απόλυτος μονάρχης, απολυταρχικού, αυτοκράτωρ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fixovat στα ελληνικά - φτιάχνω, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει
- liberalizace στα ελληνικά - ελευθέρωση, ελευθέρωσης, την ελευθέρωση, την απελευθέρωση, φιλελευθεροποίηση
- nadprodukce στα ελληνικά - υπερπαραγωγή, υπερπαραγωγής, η υπερπαραγωγή, την υπερπαραγωγή, της υπερπαραγωγής
- odříkavý στα ελληνικά - ασκητικός, αποποιήθηκαν, παραιτηθεί, αποποιηθεί, αποποίησης, παραιτήθηκε από
Τυχαίες λέξεις
Samovládce στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσποτικός, αυτοκράτορας, μονάρχης, απόλυτος μονάρχης, απολυταρχικού, αυτοκράτωρ
Μεταφράσεις: δεσποτικός, αυτοκράτορας, μονάρχης, απόλυτος μονάρχης, απολυταρχικού, αυτοκράτωρ