Smířit στα ελληνικά
Μετάφραση: smířit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναινώ, συμβιβάζω, ξανασμίγω, συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bouchnout στα ελληνικά - κρότος, χτυπώ, βρόντος, γδούπος, βροντώ, απεργία, Bang, ...
- defekt στα ελληνικά - ψεγάδι, πλην, ελάττωμα, αποστατώ, ρήξη, ατέλεια, ελαττώματος, ...
- hradba στα ελληνικά - φράχτης, έπαλξη, όχθη, ξιφασκία, ανάχωμα, μετερίζι, τράπεζα, ...
- nitka στα ελληνικά - νημάτιο, ίνα, νήμα, το νήμα, σπείρωμα, νήματος, σπειρώματος
Τυχαίες λέξεις
Smířit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναινώ, συμβιβάζω, ξανασμίγω, συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Μεταφράσεις: συναινώ, συμβιβάζω, ξανασμίγω, συμφιλιώνω, συμφιλιώνομαι, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί