Stárnout στα ελληνικά
Μετάφραση: stárnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chrápat στα ελληνικά - ροχαλίζω, ραγχαλίζω, ροχαλητό, ροχαλητού, ροχαλίζουν
- drobné στα ελληνικά - παραλλαγή, μετατροπή, αλλάζω, παραλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, ...
- lítý στα ελληνικά - μανιασμένος, άγριος, άγρια, έντονος, άγριο, έντονο
- mantila στα ελληνικά - Mantila
Τυχαίες λέξεις
Stárnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών