Stůl στα ελληνικά
Μετάφραση: stůl, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραπέζι, επιβιβάζομαι, σανίδα, πίνακας, πίνακα, επιτραπέζιων, πίνακα που
Μεταφράσεις
- cínování στα ελληνικά - κασσιτέρωση, γανώματος, επικασσιτερώσεως, επικασσιτερωση, επικασσιτέρωσης
- demonstrovat στα ελληνικά - αποδεικνύω, έκθεμα, παράσταση, διαδηλώνω, δείχνω, εκθέτω, εμφαίνω, ...
- dorůstat στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
- obdělaný στα ελληνικά - άροση, οργωμένη, οργώνεται, οργωθεί, tilled
Τυχαίες λέξεις
Stůl στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραπέζι, επιβιβάζομαι, σανίδα, πίνακας, πίνακα, επιτραπέζιων, πίνακα που
Μεταφράσεις: τραπέζι, επιβιβάζομαι, σανίδα, πίνακας, πίνακα, επιτραπέζιων, πίνακα που