Stavět στα ελληνικά
Μετάφραση: stavět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλοτσώ, σώμα, τόπος, εξέδρα, τακτοποιώ, υποβάλλω, πλαισιώνω, μέρος, κορμοστασιά, βάζω, λιμάρω, τοποθετώ, μπόι, ανάστημα, αψηφώ, ευτελής, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, οικοδομήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hledání στα ελληνικά - αναζητώ, ψάχνω, αναζήτηση, έρευνα, Αναζήτηση, αναζήτησης, Η αναζήτηση, ...
- ilegální στα ελληνικά - υπόγειος, παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
- militarista στα ελληνικά - μιλιταριστής, μιλιταριστική, μιλιταριστικές, μιλιταριστικής, στρατοκρατική
- nehygienický στα ελληνικά - ανθυγιεινές, ανθυγιεινά, ανθυγιεινών, ανθυγιεινό, ανθυγιεινή
Τυχαίες λέξεις
Stavět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλοτσώ, σώμα, τόπος, εξέδρα, τακτοποιώ, υποβάλλω, πλαισιώνω, μέρος, κορμοστασιά, βάζω, λιμάρω, τοποθετώ, μπόι, ανάστημα, αψηφώ, ευτελής, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, οικοδομήσει
Μεταφράσεις: κλοτσώ, σώμα, τόπος, εξέδρα, τακτοποιώ, υποβάλλω, πλαισιώνω, μέρος, κορμοστασιά, βάζω, λιμάρω, τοποθετώ, μπόι, ανάστημα, αψηφώ, ευτελής, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, οικοδομήσει