Αψηφώ στα τσεχικά
Μετάφραση: αψηφώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyzvat, vzdorovat, stavět, ignorování, odbýt, peskovat, urážka, tuponosým
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αψηφώ
αψηφώ στα γαλλικα, αψηφώ ετυμολογία, αψηφώ english, αψηφώ συνωνυμο, αψηφώ λεξικο, αψηφώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, αψηφώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αψίδωση στα τσεχικά - podloubí, arkáda, apsidosi
- αψίκορος στα τσεχικά - vybíravý, náročný, úzkostlivý, choulostivý, apsikoros
- αψιμαχία στα τσεχικά - střetnutí, třesk, třeskot, náraz, srážka, řinčení, rachot, ...
- αϋπνία στα τσεχικά - nespavost, insomnie, nespavosti, nespavostí
Τυχαίες λέξεις
Αψηφώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyzvat, vzdorovat, stavět, ignorování, odbýt, peskovat, urážka, tuponosým
Μεταφράσεις: vyzvat, vzdorovat, stavět, ignorování, odbýt, peskovat, urážka, tuponosým