Stupátko στα ελληνικά
Μετάφραση: stupátko, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βήμα, βηματίζω, διάβημα, ποδαρικό, βατήρας, στήριγμα ποδιών, μαρσπιέ, footboard
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atavistický στα ελληνικά - αταβιστικός
- kňučení στα ελληνικά - κλαψιάρικος, παραπονιάρικος, κλαψούρισμα, κλαψουρίζουν, κρασί, whine, παράπονο
- nerozum στα ελληνικά - παραλογισμού, παράλογο, παραλογισμός, μη λογική, παράλογου
- omítka στα ελληνικά - λευκοπλάστης, σοβάτισμα, παλτό, γύψος, σοβάς, γύψο, σοβά, ...
Τυχαίες λέξεις
Stupátko στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βήμα, βηματίζω, διάβημα, ποδαρικό, βατήρας, στήριγμα ποδιών, μαρσπιέ, footboard
Μεταφράσεις: βήμα, βηματίζω, διάβημα, ποδαρικό, βατήρας, στήριγμα ποδιών, μαρσπιέ, footboard