Taxovat στα ελληνικά

Μετάφραση: taxovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπολογίζω, Taxová
Taxovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eskorta στα ελληνικά - συνοδεύω, ακολουθία, καβαλιέρος, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, ...
  • kanovník στα ελληνικά - κανόνας, Canon, της Canon, κανόνι, η Canon
  • neznalost στα ελληνικά - αθωότητα, αμάθεια, άγνοια, άγνοιας, την άγνοια, η άγνοια, άγνοιά
Τυχαίες λέξεις
Taxovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπολογίζω, Taxová