Technik στα ελληνικά
Μετάφραση: technik, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cynismus στα ελληνικά - κυνισμός, κυνισμό, κυνισμού, τον κυνισμό, ο κυνισμός
- matkovrah στα ελληνικά - μητροκτονία, μητροκτόνος, μητροκτονίας, τη μητροκτονία, για μητροκτονία
- moderace στα ελληνικά - εγκράτεια, μετριοπάθεια, Η μετριοπάθεια, μετριοπάθειας, των υπεύθυνων, μετριασμός
- nevraživost στα ελληνικά - άχτι, μνησικακία, μίσος, έχθρα, εχθρότητα, εχθρότητας, η εχθρότητα
Τυχαίες λέξεις
Technik στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της