Teoretický στα ελληνικά
Μετάφραση: teoretický, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεωρητικά, στη θεωρία, θεωρητικώς, θεωρητικά να
Μεταφράσεις
- blízký στα ελληνικά - συγγενής, γειτονικός, κολλητός, συγγενικός, κοντινός, επικείμενος, πνιγηρός, ...
- drancování στα ελληνικά - λεηλασία, απολύω, αρπαγή, λεηλατώ, τσουβάλι, σάκος, σάκο, ...
- ministr στα ελληνικά - υπουργός, ιερέας, υπουργό, Υπουργού, ο υπουργός, Υπουργείο
- nepravda στα ελληνικά - λάθος, ψεύτικος, ψέμα, ψευδής, αναληθής, αναλήθεια, ψεύδος, ...
Τυχαίες λέξεις
Teoretický στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεωρητικά, στη θεωρία, θεωρητικώς, θεωρητικά να
Μεταφράσεις: θεωρητικά, στη θεωρία, θεωρητικώς, θεωρητικά να