Trousit στα ελληνικά

Μετάφραση: trousit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, διασκορπίζω, χύνω, επιπάσσω, στρώνω, strew, σκορπίσει, σκορπίζουν τα
Trousit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • koncesionář στα ελληνικά - κάτοχος άδειας, Δικαιούχος Άδειας Χρήσης, δικαιοδόχος, δικαιοδόχου, δικαιοδόχο
  • odkapávat στα ελληνικά - στάζω, καταβρέχω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, ...
  • opožděný στα ελληνικά - αποθανών, αργός, καθυστερημένος, αργά, όψιμος, καθυστέρηση, καθυστερήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Trousit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, διασκορπίζω, χύνω, επιπάσσω, στρώνω, strew, σκορπίσει, σκορπίζουν τα