Unifikovat στα ελληνικά

Μετάφραση: unifikovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπεδώνω, ενοποιώ, εδραιώνω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Unifikovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eskont στα ελληνικά - μείωση, έκπτωση, σκόντο, εκπτώσεων, επιστροφή, έκπτωσης, επιστροφής
  • hlásat στα ελληνικά - κρατίδιο, ανακοινώνω, δηλώνω, διαλαλώ, καταδεικνύω, κράτος, προκηρύσσω, ...
  • nudnost στα ελληνικά - κόπωση, ανιαρότητα, νωθρότητα, τη νωθρότητα, θαμπάδα, τη θαμπάδα
  • oběd στα ελληνικά - βραδινό, μεσημεριανό, μεσημεριανό γεύμα, γεύμα, το μεσημεριανό γεύμα, το γεύμα
Τυχαίες λέξεις
Unifikovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπεδώνω, ενοποιώ, εδραιώνω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση