Určení στα ελληνικά

Μετάφραση: určení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεπρωμένο, ανάθεση, ορισμός, ειμαρμένη, μοίρα, προορισμός, ρήτρα, γκολ, όρος, διανομή, αποφασιστικότητα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού
Určení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dekorativní στα ελληνικά - διακοσμητικός, Διακοσμητικά, διακοσμητικό, διακοσμητικές, διακοσμητική
  • důkaz στα ελληνικά - απόδειξη, κατάθεση, διαδήλωση, πειστήριο, επίδειξη, στοιχεία, μαρτυρία, ...
  • jitro στα ελληνικά - στρέμμα, πρωί, το πρωί, πρωινό, πρωινή
  • normální στα ελληνικά - τακτικός, ομαλός, συνήθης, κοινός, συνηθισμένος, κανονικός, φυσιολογικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Určení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεπρωμένο, ανάθεση, ορισμός, ειμαρμένη, μοίρα, προορισμός, ρήτρα, γκολ, όρος, διανομή, αποφασιστικότητα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού