Výšina στα ελληνικά

Μετάφραση: výšina, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αύξηση, υψόμετρο, ανατέλλω, ύψος, αυξάνομαι, ορθώνομαι, ύψους, το ύψος, ύψος του, του ύψους
Výšina στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bůžek στα ελληνικά - θεός, ίνδαλμα, θεό, θεού, ο Θεός, του Θεού
  • cévnatý στα ελληνικά - αγγειακός, αγγείων, αγγειακή, αγγειακών, αγγειακής
  • navěsit στα ελληνικά - απαγχονίζω
  • obnosit στα ελληνικά - φορώ, φθορά, φορούν, φοράτε, φορέσει, να φορούν
Τυχαίες λέξεις
Výšina στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αύξηση, υψόμετρο, ανατέλλω, ύψος, αυξάνομαι, ορθώνομαι, ύψους, το ύψος, ύψος του, του ύψους