Výprask στα ελληνικά

Μετάφραση: výprask, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλλόμενος, διασυρμός, έξοχος, ράπισμα, χτύπημα, ήττα, ξυλοδαρμό, ξυλοδαρμός, παλλόμενη
Výprask στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dostatek στα ελληνικά - αρκετά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά
  • dělenec στα ελληνικά - μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
  • hltavost στα ελληνικά - λαιμαργία, βουλιμία, απληστία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία
  • obětovat στα ελληνικά - θυσία, προσφορά, προσφέρω, παραδίνω, θυσιάζω, αφιερώνω, δίνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Výprask στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλλόμενος, διασυρμός, έξοχος, ράπισμα, χτύπημα, ήττα, ξυλοδαρμό, ξυλοδαρμός, παλλόμενη