Παλλόμενος στα τσεχικά
Μετάφραση: παλλόμενος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výprask, tlukot, bití, tep, tlučení, porážka, pulzující, pulsující, pulzujícím, pulzuje, pulzační
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλλόμενος
παλλόμενος λεξικό γλώσσας τσεχικά, παλλόμενος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- παλικαρισμός στα τσεχικά - šikanování, šikana, šikany, šikanu, šikaně
- παλιμβουλία στα τσεχικά - proměnlivost, vrtkavost, nestálost, tergiversator
- παλμός στα τσεχικά - tep, bušit, pulzování, záchvěv, hukot, bít
- παλούκι στα τσεχικά - kůl, hlídka, klacek, bidlo, tyč, žerď, stožár, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλλόμενος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: výprask, tlukot, bití, tep, tlučení, porážka, pulzující, pulsující, pulzujícím, pulzuje, pulzační
Μεταφράσεις: výprask, tlukot, bití, tep, tlučení, porážka, pulzující, pulsující, pulzujícím, pulzuje, pulzační